28/03/2024
22.6 C
Serres

Ανοσιακή απάντηση στον SARS- CoV- 2!

Για την Ανοσιακή απάντηση στον SARS- CoV- 2 γράφει η Δρ Διονυσία Χ. Θεοχαρίδου*

Το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου είναι ένα περίπλοκο σύστημα οργάνων, κυττάρων και ουσιών, που έχει ως προορισμό του, την αντίσταση του οργανισμού μας, σε κάθε ξένο «εισβολέα», ο οποίος μπορεί να είναι ένα βακτήριο, ένας ιός κτλ.

Ο νέος κορωνοϊός SARS- CoV- 2, ο οποίος προσομοιάζει με κορώνα στις φωτογραφίες του στο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο, με την εισβολή του στο σώμα μας, μέσω της μύτης ή του στόματος μας (κυρίως μέσω της αναπνοής μας), επάγει έναν καταρράκτη αντιδράσεων της ειδικής ανοσίας.

Η ειδική ανοσία αποτελείται από την αντισωματική και την κυτταρική ανοσία.

Η αντισωματική ανοσία δύναται να ποσοτικοποιηθεί στην καθημερινή πρακτική με τη μέτρηση των ειδικών αντισωμάτων έναντι του συγκεκριμένου ιού, ενώ ο προσδιορισμός της κυτταρικής ανοσίας δεν είναι εφικτός στην καθημερινή ιατρική πρακτική.

Barat

Δύο είναι τα κύρια είδη αντισωμάτων που αυξάνονται μετά τη λοίμωξη από SARS- CoV- 2:

IgM αντισώματα:

Αποτελούν τους «πρόχειρους στρατιώτες» που παράγει ο οργανισμός γρήγορα (την 4η ημέρα μετά την εκδήλωση των συμπτωμάτων), τα οποία δεν είναι απολύτως εξειδικευμένα και δεν έχουν την δυνατότητα εξουδετέρωσης του ιού.

Ο προσδιορισμός των IgM αντισωμάτων στη λοίμωξη από SARS- CoV- 2 συνεπικουρεί στη διάγνωση της οξείας λοίμωξης, μαζί με την ανίχνευση του αντιγόνου του ιού στο ρινοφάρυγγα (rapid test) και την rt- PCR (μοριακό τεστ).

IgG αντισώματα:

Αυξάνονται μετά την πρώτη εβδομάδα από την εμφάνιση συμπτωμάτων (7- 14 ημέρες), με μέγιστους τίτλους να παρατηρούνται στον ένα μήνα, είναι ειδικά και έχουν τη δυνατότητα εξουδετέρωσης του SARS- CoV- 2.


Πρακτικά όλα τα άτομα που μολύνονται από SARS- CoV- 2 αναπτύσσουν αντισώματα ικανά να εξουδετερώσουν τον ιό.

Ο τίτλος και χρόνος ζωής των αντισωμάτων αυτών εξαρτάται από τη βαρύτητα της νόσου, γι’ αυτό και υποστηρίζεται ότι η βαρύτητα νόσησης (από ασυμπτωματικός ασθενής έως εμπύρετη συνδρομή με δυσκολία στην αναπνοή) αποτελεί σημαντικό παράγοντα του χρόνου επιβίωσης των αντισωμάτων στα άτομα που μολύνθηκαν.

Οι περισσότερες μελέτες αναδεικνύουν σταθερά επίπεδα IgG για 6-8 μήνες μετά την εμφάνιση των συμπτωμάτων, με κάποιες εξαιρέσεις μείωσης του τίτλου σε 3 μήνες σε ασυμπτωματικούς ή σε ασθενείς με μέτρια συμπτωματολογία.

Παρόλα αυτά, δεν είναι σαφές αν υπάρχει κίνδυνος επαναλοίμωξης, ιδιαίτερα στο παρόν σκηνικό των κυκλοφορούντων μεταλλάξεων του ιού.

Καθώς η ¨εξειδικευμένη διαφοροποίηση¨ των Β λεμφοκυττάρων (είναι τα κύτταρα που παράγουν τα αντισώματα) έναντι του ιού διαρκεί ως και 6 μήνες, μείωση του τίτλου των αντισωμάτων, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το άτομο κινδυνεύει να ξανακολλήσει.


Ομοίως, η εξειδικευμένη διαφοροποίηση των T- λεμφοκυττάρων (κυτταρική ανοσία), θεωρητικά προστατεύει τον οργανισμό από πιθανή επαναλοίμωξη.

Καθώς το ανοσοποιητικό μας σύστημα παράγει αρχικά πρόχειρους και ακολούθως ειδικούς «στρατιώτες» έναντι διαφόρων «σημείων»- αντιγόνων του SARS- CoV- 2, πολλές μελέτες έλαβαν χώρα, ώστε να επιλεχθεί το σωστό αντιγόνο για τον προσδιορισμό της ανοσιακής απάντησης.

Η πρωτεΐνη Spike, αποτελεί την ακίδα του ιού (προεξοχές στην εικόνα) και είναι το πιο αξιόπιστο και ειδικό αντιγόνο, καθώς παρουσιάζει έντονη «διαφορετικότητα» μεταξύ των κορωνοϊών (SARS, MERS, SARS- CoV- 2 και άλλους εποχιακούς), φέρει την περιοχή σύνδεσης του ιού με τα κύτταρα των πνευμόνων μας, και τα εμβόλια επάγουν την ανοσιακή απάντηση έναντι της πρωτεΐνης Spike. Συνεπώς, τα IgG αντισώματα έναντι της πρωτεΐνης S, αποτελούν τα πιο αξιόπιστα για την ανίχνευση εξουδετερωτικών αντισωμάτων τόσο μετά από φυσική νόσηση, όσο και μετά από εμβολιασμό, και ο προσδιορισμός αυτών θα μπορούσε να αποτελεί απόδειξη φυσικής νόσησης ή εμβολιασμού.

Τα αντισώματα κυκλοφορούν στο αίμα μας, και συνεπώς η εξέταση αυτών γίνεται με αιμοληψία.

Δεν είναι απαραίτητο να είστε νηστικοί για την αιμοληψία, και δεν χρειάζεται να γίνει απαραίτητα τις πρωινές ώρες.

Ο έλεγχος των IgG αντισωμάτων συστήνεται 1 μήνα μετά την εκδήλωση των συμπτωμάτων στη φυσική νόσο και 3- 4 εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολιασμού, παρόλο που μελέτες ανέδειξαν την ανίχνευση αντισωμάτων ακόμα και μετά την πρώτη δόση του εμβολίου.

Καθώς η πανδημία εξελίσσεται, όλο και περισσότερα στοιχεία συλλέγονται από έρευνες μεταξύ ατόμων που νόσησαν ή ατόμων που εμβολιάστηκαν.

Μέχρι τη στιγμή που γράφεται το κείμενο, γνωρίζουμε ότι ο εμβολιασμός επάγει υψηλότερους τίτλους IgG αντισωμάτων έναντι της πρωτεΐνης S, και τα άτομα αυτά ακόμα και αν μολυνθούν, δεν μπορούν να νοσήσουν βαριά, και εμφανίζουν χαμηλό ιικό φορτίο στον ρινοφάρυγγα, με αποτέλεσμα να είναι σχετικά απίθανο να μεταδώσουν τον ιό.

Όπως γίνεται φανερό, σε αυτό το ταχέως εξελισσόμενο επιδημιολογικό σκηνικό της πανδημίας, τα IgG αντισώματα έναντι της S πρωτεΐνης, αποτελούν «απόδειξη» ανοσίας και θα μπορούσαν να διευκολύνουν το άτομο με θετικά αντισώματα στις μετακινήσεις- ταξίδια.

ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΟ ΙΑΤΡΕΙΟ
Δρ ΔΙΟΝΥΣΙΑ Χ. ΘΕΟΧΑΡΙΔΟΥ και ΕΛΕΝΗ ΜΠΟΖΗ
25210- 20458 και 6938331165
denise@auth.gr
ΑΡΜΕΝ 24, 1ος ΟΡΟΦΟΣ, ΔΡΑΜΑ

  • Ιατρός Βιοπαθολόγος- Μικροβιολόγος, Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης (ΔΠΘ), Μέλος ESCMID
    Ελένη Μπόζη Θεοχαρίδου: Ιατρός Βιοπαθολόγος- Μικροβιολόγος
    Ιωάννα Ματσίνη: Μοριακή Βιολόγος, τ. συνεργάτης Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ
    Χαρά Κλιάμη: Τεχνολόγος Ιατρικών Εργαστηρίων

ΤΑ ΝΕΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ

Ακολουθήστε το e-vima.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις


ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ.

 

Δείτε επίσης.

 

Συνέχισε να διαβάζεις